Όταν γιατρός αναλάβει να εξετάσει, θεραπεύσει ή υποβάλει οποιονδήποτε ασθενή σε οποιαδήποτε διαδικασία υπό την δική του επίβλεψη τότε άμεσα αναλαμβάνει και φέρει την ευθύνη για την ιατρική κατάσταση αυτού του ασθενή. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που ο ασθενής εξ υπαιτιότητας του γιατρού και τις πράξεις αυτού υποστεί βλάβη, ζημιά ή ακόμα επιφέρει το θάνατο του ασθενή, ο γιατρός αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεων του όπως αυτές προκύπτουν από τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας και των ευρύτερων Άρθρων του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Συμβάσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο ποινικός κώδικας στην Κύπρο, αναλόγως της σοβαρότητάς της κάθε περίπτωσης, με την σοβαρότερη να είναι η πρόκληση θανάτου είτε βάσει του άρθρου 205 (ανθρωποκτονία) είτε βάσει του άρθρο 210, και η λιγότερη σοβαρή περίπτωση στην οποία γιατρός «θέτει σε κίνδυνο ανθρώπινη ζωή ή να είναι ενδεχόμενο να προκαλέσει σωματική βλάβη σε άλλο» μεσο «ιατρική ή χειρουργική θεραπεία» (άρθρο 236 & 237), προνοεί για όλα τα επίπεδα αμέλειας και ζημίας που μπορεί να προκληθεί από ένα γιατρό προς ένα ασθενή. Σχετικά άρθρα, επιπλέον των αμέσως πιο πάνω, είναι και το 224 και 225 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ 154.
Σημαντικό να σημειωθεί ότι όλα τα πιο πάνω άρθρα εκτός του άρθρου 205 (ανθρωποκτονία) προνοούν μέγιστη ποινή φυλάκισης κάτω από 5 χρόνια, σημείο το οποίο έχει την δική του σημασία από την στιγμή που επιτρέπει τον παραπονούμενο είτε να απευθυνθεί στον Γενικό Εισαγγελέα και την Αστυνομία για προώθηση ποινικής υπόθεσης, στην οποία περίπτωση κατήγορος θα είναι το κράτος, είτε να ξεκινήσει ιδιωτική ποινική υπόθεση στην οποία περίπτωση κατήγορος θα είναι ο ίδιος ο παραπονούμενος μέσω του δικηγόρου του.
Οι διαφορές μεταξύ του άρθρου 205 (ανθρωποκτονία) και του άρθρου 210 εξετάστηκαν και αναλύθηκαν εκτενώς μέσα από διάφορες αποφάσεις όπως την απόφαση Ανώτατου Δικαστηρίου 145/13, Α.Λ .κ.α ν Δημοκρατίας, 19/12/14.
Εφαρμογή του άρθρου 236 & 237 του Ποινικού Κώδικα παρατηρήθηκε στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου Χ.Μ ν Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 69, 27/03/96 όπου αναφέρθηκε ότι
«Το επίπεδο ικανότητας και φροντίδας που θα πρέπει να επιδεικνύει κάθε γιατρός είναι ο βαθμός της ικανότητας και φροντίδας που κανονικά επιδεικνύεται από εύλογα ικανά μέλη που ανήκουν στο ίδιο επάγγελμα, κατέχουν τον ίδιο βαθμό και την ίδια εξειδίκευση, όπως ο κατηγορούμενος.»
Αναφορικά με την αστική ευθύνη του γιατρού, στην οποία περίπτωση παραπονούμενος είναι ο ίδιος ο ασθενής ή η οικογένεια του ή αντιπρόσωποι αυτού, σχετικό είναι το άρθρο 51 του περί Αστικών Αδικημάτων Νομό Κεφ. 148 το οποίο αφορά την αμέλεια από οποιοδήποτε άτομο το οποίο παραλείπει να καταβάλει τέτοια δεξιότητα ή επιμέλεια για την άσκηση επαγγέλματος με αποτέλεσμα την πρόκληση ζημίας εξαιτίας αυτής. Σχετικό πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η απόφαση Ανώτατου Δικαστηρίου 336/11 Μ. ν. Α.Λ., 12/01/18 με αποζημίωση ύψους €450.000. Ουσιαστικές είναι επίσης οι αναφορές που γίνονται στην ομιλία του Προέδρου Ανώτατου Δικαστηρίου κύριου Νικολάτου, 30/11/19, στο Συνέδριο Παθολογικής Εταιρείας Κύπρου με θέμα «Ιατρική Αμέλεια».
Συμπληρωματικά του αμέσως πιο πάνω και αναφορικά με τυχόν παραβίαση πιο συγκεκριμένων άρθρων του νόμου αναφορικά με δικαιώματα ασθενή τα οποία επίσης μπορεί κάποιος να επικαλεστεί στα πλαίσια πολιτικής αγωγής, αυτά εντοπίζονται στον περί της Κατοχύρωσης και Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ασθενών Νομό του 2004 (1(Ι)/2005). Αναφορικά με δικαιώματα ασθενή βλέπε επίσης προηγούμενο κείμενο μας «Δικαιώματα Ασθενή», Μάρτιος 2020, Αλ Κληρίδης – https://docdro.id/LXvMO9U
Βασικές διαφορές μεταξύ της αστικής και ποινικής διαδικασίας που κάποιος πρέπει να γνωρίζει είναι ότι μέσω της ποινικής διαδικασίας δεν τίθεται θέμα αποζημίωσης του ασθενή αλλά τιμωρίας του γιατρού ενώ με την αστική διαδικασία το ζητούμενο είναι η απόδειξη από τον παραπονούμενο ασθενή πρώτα την ευθύνη και μετά την ζημιά που έχει υποστεί και πως αυτή μπορεί να μεταφραστεί σε χρηματική αποζημίωση. Εξαιρετικής σημασίας είναι επίσης η διαφορά που υπάρχει αναφορικά με την παραγραφή που υπάρχει στην προώθηση παράπονου ενώπιον Δικαστηρίου, για την οποία αναφορικά με το αστικό αδίκημα της αμέλειας υπάρχει το χρονικό όριο των 3 χρόνων βάσει του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νομός του 2012 (66(Ι)/2012) ενώ για το ποινικό αδίκημα ένα τέτοιο χρονικό πλαίσιο δεν υπάρχει πλην της γενικής προνοίας του άρθρου 88 του περί Ποινικής Δικονομίας Νομό, ΚΕΦ 155.
Περαιτέρω των πιο πάνω, δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε και την πειθαρχική πτυχή των περιπτώσεων αυτών στην οποία βάσει του περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείων Συντάξεων) Νομό του 1967 (16/1967), κάθε γιατρός αντιμετωπίζει πειθαρχική δίωξη σε περίπτωση που αυτός «επέδειξε στα πλαίσια της ιδιότητας του ως ιατρού διαγωγή επονείδιστη ή ασυμβίβαστη προς το ιατρικό επάγγελμα» με σοβαρές ποινές όπως ακόμα και την διαγραφή του ονόματος του από το Μητρώο Εγγραφής Ιατρών.